ΘΕΣΣΑΛΩΝ ΥΓΕΙΑ

Δισκοκήλες αυχενικής μοίρας της σπονδυλικής στήλης- Νευροχειρουργική αντιμετώπιση

Μπρίζας Στέργιος, MD

Νευροχειρουργός

Επιστημονικός Υπεύθυνος Νευροχειρουργικού τμήματος ΙΑΣΩ Θεσσαλίας

Οι παθήσεις των μεσοσπονδύλιων δίσκων της αυχενικής μοίρας της σπονδυλικής στήλης αποτελούν την κύρια αιτία για την οποία οι πλειονότητα των ανθρώπων θα πρέπει να αντιμετωπίσουν για τουλάχιστον μία φορά στην ζωή τους. Αυτό οφείλεται κατά κύριο λόγο αφενός στον υψηλό βαθμό κινητικότητας της αυχενικής μοίρας και αφετέρου σε εκφυλιστικές διεργασίες κατά την πάροδο των ετών.

Οι δισκοκήλες της αυχενικής μοίρας της σπονδυλικής στήλης διακρίνονται σε δύο κύριες κατηγορίες τις α)τραυματικές: οι οποίες προέρχονται μετά αναφερόμενη κάκωση και πολλές φορές στην κατάσταση αυτή διαπιστώνεται κάταγμα του αυχενικού σπονδύλου ή υπεξάρθρημα και β) στις εκφυλιστικές: οι οποίες αποτελούν την πλειονότητα των περιπτώσεων. Η αντιμετώπιση των παραπάνω παθήσεων έχει αλλάξει ριζικά τα τελευταία χρόνια έχοντας σαν αποτέλεσμα την αποτελεσματικότερη και μόνιμη θεραπεία των παθήσεων αυτών στην πλειονότητα τους. Κύριο μέλημα είναι η πρώιμη αναγνώριση της πάθησης για να αποφευχθεί η αναμενόμενη μόνιμη και μη αναστρέψιμη βλάβη του νωτιαίου μυελού  που καλείται ως αυχενική μυελοπάθεια.

Οι τραυματικές δισκοκήλες δημιουργούνται μετά από τροχαία ατυχήματα, πτώση από ύψος και γενικά είναι κακώσεις υψηλού βαθμού ενέργειας που έχουν ως αποτέλεσμα τον τραυματισμό – ρήξη συνδεσμικών στοιχείων του αυχένα. Σε αυτές τις κακώσεις υπάρχει ρήξη του οπίσθιου επιμήκη συνδέσμου και του ινώδους δακτυλίου με αποτέλεσμα την έξοδο του πηκτοειδούς πυρήνα του μεσοσπονδύλιου δίσκου και την είσοδο του στο νωτιαίο σωλήνα. Πρωταρχικό μέλημα σε αυτές τις περιπτώσεις είναι η ακινητοποίηση του ασθενούς και η μεταφορά του για αντιμετώπιση σε νευροχειρουργικό τμήμα έτσι ώστε να υπάρχει άμεση αποκατάσταση της βλάβης.

 

 

 

 

 

 

 

 

Τραυματική δισκοκήλη Α5-Α6

Διεγχειρητική παρακολούθηση με C-arm

Η διαγνωστική προσέγγιση γίνεται κυρίως με την κλινική εξέταση και την διενέργεια απεικονιστικών εξετάσεων. Η αρχική απεικόνιση με απλή ακτινογραφία είναι απαραίτητη διότι μας πληροφορεί για την σοβαρότητα της βλάβης και στην συνέχεια διενεργείται αξονική τομογραφία και μαγνητική τομογραφία (ο απεικονιστικός έλεγχος θα πρέπει να γίνεται άμεσα μετά την κάκωση). Η αξονική τομογραφία δίνει πληροφορίες μόνο για τις οστικές δομές και την ύπαρξη αιματώματος ενώ η μαγνητική τομογραφία απεικονίζει καλύτερα α)τα μαλακά μόρια (μεσοσπονδύλιους δίσκους, νωτιαίο μυελό και τις εξερχόμενες νωτιαίες ρίζες),  β)μας πληροφορεί για την κατάσταση του νωτιαίου μυελού (μυελοπάθεια, συριγγομυελία, οίδημα) γ) για συνυπάρχουσες καταστάσεις και δ) καλύτερη συσχέτιση με την κλινική εικόνα. Ο νεύροφυσιολογικός έλεγχος (ηλεκτρομυογράφημα, ταχύτητες αγωγής κ.α.) διενεργείται στις περιπτώσεις στις οποίες πρέπει να αποκλειστεί περιφερικότερη βλάβη η οποία μπορεί να συνυπάρχει.

Όσον αφορά τις τραυματικές δισκοκήλες η θεραπεία τους είναι πρωτίστως χειρουργική. Η επιλογή της χειρουργικής τεχνικής (πρόσθια, οπίσθια ή συνδυασμένη προσπέλαση) εξαρτάται από το εάν υπάρχει μόνο τραυματισμός του μεσοσπονδύλιου δίσκου ή συνυπάρχει κάταγμα σπονδύλου, ρήξη συνδεσμικών στοιχείων ή κάκωση των αρθρώσεων (υπεξάρθρημα).

Τραυματική σπονδυλολίσθηση Α6-Α7

Συνδυασμένη προσπέλαση(οπίσθια και πρόσθια) σε μία επέμβαση

Ανεξαρτήτως της σοβαρότητας και πολυπλοκότητας της κάκωσης είναι πλέον εφικτό η πλήρης και ασφαλής χειρουργική (νευροχειρουργική) αποκατάσταση με μικροχειρουργικές επεμβάσεις.

Οι εκφυλιστικές δισκοκήλες αποτελούν την πλειονότητα των περιπτώσεων και πρέπει να γίνει κατανοητό πότε αντιμετωπίζονται συντηρητικά ή παρεμβατικά. Οι εκφυλιστικές δισκοκήλες αντιμετωπίζονται κατά κύριο λόγο συντηρητικά για 4 έως 6 εβδομάδες όταν υπάρχει μόνο πόνος ο οποίος κυρίως αντανακλά δεξιά ή αριστερά στα άνω άκρα. Φυσικά, εφόσον υπάρχουν συμπτώματα και σημεία όπως ανυπόφορος πόνος, αδυναμία ή ελάττωση της κινητικότητας του άνω άκρου, ελάττωση μυϊκής ισχύς, διαταραχή της αισθητικότητας (αιμμωδίες, μούδιασμα) και σημεία πίεσης του νωτιαίου μυελού, τότε η συντηρητική αντιμετώπιση πρέπει να εγκαταλείπεται πριν την ολοκλήρωσή της.

Εφόσον η συντηρητική αντιμετώπιση δεν αποδώσει τα αναμενόμενα αποτελέσματα επιλέγεται η νευροχειρουργική επέμβαση η οποία γίνεται με πρόσθια προσπέλαση, συνήθως από δεξιά, με μία μικρή τομή 3-4 εκατοστών (ακολουθώντας προϋπάρχουσες δερματικές πτυχές για άριστο αισθητικό αποτέλεσμα).  Διενεργείται πλήρης αφαίρεση του μεσοσπονδύλιου δίσκου, αφαίρεση οστεόφυτων, πλήρης απελευθέρωση όλων των νευρικών στοιχείων,  και τοποθέτηση μεταξύ των σπονδύλων, μεσοσπονδύλιων προθεμάτων (PEEK ή τιτάνιο) ή τοποθέτηση τεχνητού δίσκου σε ορισμένες μόνο περιπτώσεις και κατόπιν συγκεκριμένων ενδείξεων όπως ηλικία ασθενούς, αριθμός μεσοσπονδύλιων δίσκων κ.α.

Αντιμετώπιση με πρόσθια αυχενική προσπέλαση (δισκοκήλες Α4-Α5 και Α5-Α6)

Αντιμετώπιση με πρόσθια αυχενική προσπέλαση (δισκοκήλες Α5-Α6 και Α6-Α7)

Τα αποτελέσματα της νευροχειρουργικής επέμβασης είναι εντυπωσιακά με άμεση ύφεση όλων των συμπτωμάτων καθώς ο ασθενής επιστρέφει στην οικία του την επόμενη ημέρα πλήρως κινητοποιημένος και φυσικά στις καθημερινές του δραστηριότητες. Μετεγχειρητκά γίνεται η εφαρμογή μαλακού αυχενικού κηδεμόνα και διατηρείται για 10 ημέρες. Επίσης η κινητικότητα στον αυχένα δεν επηρεάζεται και ο ασθενής είναι πλήρως λειτουργικός. Οι επιπλοκές της νευροχειρουργικής επέμβασης είναι πρακτικά μηδενικές. Στην πλειονότητα των περιπτώσεων δεν χρειάζεται μετεγχειρητικά άλλες θεραπείες όπως: κινησιοθεραπεία, φυσιοθεραπεία και γίνεται άμεση διακοπή όλων των φαρμάκων που ελάμβανε ο ασθενής. Αυτό που πρέπει να γίνει σαφές είναι ότι η επέμβαση θα πρέπει να γίνεται εγκαίρως πριν υπάρξει νευρολογικό έλλειμμα καθώς η αποκατάσταση του είναι χρονοβόρα και μερικές φορές όχι πλήρης.

Παρόλο που υπάρχει η ανάπτυξη – εφεύρεση νέων τεχνικών με ελάχιστα παρεμβατικά μεθόδους και οι οποίες διαδίδονται ως πανάκεια, η αποτελεσματικότερη και ασφαλέστερη θεραπεία εξακολουθεί να είναι η μικροδισκεκτομή με πρόσθια αυχενική προσπέλαση και απαραίτητα με την χρήση του νευροχειρουργικού μικροσκοπίου.

Πλέον η ηλικία δεν αποτελεί αντένδειξη για τις επεμβάσεις αυτές καθώς θεωρούνται επεμβάσεις χαμηλού κινδύνου.

Η έγκαιρη αντιμετώπιση της πάθησης έχει ως αποτέλεσμα την μικρότερη οικογενειακή, ψυχολογική και οικονομική επιβάρυνση.

 

Previous ArticleNext Article