ΘΕΣΣΑΛΩΝ ΥΓΕΙΑ

Το κάπνισμα και οι επιπτώσεις του

Δρ. Καπότσης Ε. Γεώργιος

Πνευμονολόγος-Φυματιολόγος

Διδάκτωρ Ιατρικής Σχολής Παν/μίου Αθηνών

Επιστημονικά Υπεύθυνος Πνευμονολογικού Τμήματος

κ΄ Ιατρείου Διακοπής Καπνίσματος ΙΑΣΩ ΘΕΣΣΑΛΙΑΣ

Η 31 Μαΐου έχει ορισθεί από τον Παγκόσμιο Οργανισμό Υγείας (Π.Ο.Υ.) ως η Παγκόσμια Ημέρα κατά του Καπνίσματος. Σύμφωνα με πρόσφατα επιδημιολογικά στοιχεία του Π.Ο.Υ. για την Ελλάδα, το 45% του ανδρικού και το 25% του γυναικείου πληθυσμού άνω των 15 ετών (περίπου 3,8 εκατομμύρια συνολικά) είναι καθημερινοί καπνιστές, ενώ στον παγκόσμιο πληθυσμό, ο αριθμός των ενεργών καπνιστών υπολογίζεται στο 1,1 δισεκατομμύριο (σχεδόν το 20% των ανθρώπων). Αν και οι ρυθμοί καπνίσματος μεταξύ των ενηλίκων έχουν μειωθεί τα τελευταία 20 χρόνια, ως αποτέλεσμα της αντικαπνιστικής εκστρατείας, οι ρυθμοί έναρξης του καπνίσματος μεταξύ των εφήβων παραμένουν σταθεροί κατά το ίδιο χρονικό διάστημα.

Ο καπνός του τσιγάρου είναι ένα αερόλυμα από σταγονίδια που περιέχουν νερό, νικοτίνη, CO, αλκαλοειδή και πίσσα, ενώ η σύστασή του σε χημικά συστατικά (περίπου 4.000 διαφορετικές ουσίες), μπορεί να σχετίζεται τόσο με τοξική όσο και με καρκινογόνο δράση. Η χρήση του καπνού κινητοποιείται από την επιθυμία για νικοτίνη, η οποία δρα στους νικοτινικούς υποδοχείς του εγκεφάλου, προκαλώντας ένα αίσθημα ευχαρίστησης, 10-15 δευτερόλεπτα μετά από κάθε εισπνοή. Με τη μακρόχρονη χρήση του καπνού αναπτύσσεται φυσική εξάρτηση, ως αποτέλεσμα της συνεχούς αύξησης των υποδοχέων της νικοτίνης στον εγκέφαλο. Στη φάση αυτή, η έλλειψη του καπνού μπορεί να προκαλέσει στερητικά συμπτώματα, όπως ανησυχία, ευερεθιστότητα, δυσκολία στη συγκέντρωση και διαταραχές του ύπνου.

Το κάπνισμα ευθύνεται παγκοσμίως για περισσότερους από επτά εκατομμύρια θανάτους ετησίως, που θα μπορούσαν να προληφθούν, αφού αυτό αποτελεί την κύρια προλήψιμη αιτία θανάτου στις αναπτυγμένες χώρες. Συγκεκριμένα, αποτελεί την κύρια αιτία θανάτου από καρκίνο (περίπου το 30% των περιπτώσεων), καρδιαγγειακή νόσο (έμφραγμα του μυοκαρδίου, ασταθής στηθάγχη, εγκεφαλικό επεισόδιο, περιφερική αρτηριοπάθεια) και πνευμονοπάθειες (καρκίνος του πνεύμονα, χρόνια βρογχίτιδα, εμφύσημα, βρογχικό άσθμα).

Η διακοπή του καπνίσματος σχετίζεται με υποδιπλασιασμό του κινδύνου θανάτου και του κινδύνου εμφάνισης καρκίνου του πνεύμονα στα επόμενα 15 χρόνια, καθώς και με σημαντική μείωση του κίνδυνου οξέως εμφράγματος του μυοκαρδίου. Διακοπή τους πρώτους 3-4 μήνες της κύησης μειώνει τον κίνδυνο γέννησης ελλειποβαρούς νεογνού. Επίσης, παρατηρείται μια επιβράδυνση του ρυθμού έκπτωσης της αναπνευστικής λειτουργίας, σε επίπεδα παρόμοια με του μη καπνιστού.

Όσο όμως και αν αυτό είναι επιθυμητό από πολλούς καπνιστές, τελικά λίγοι θα το επιτύχουν. Σύμφωνα με στατιστικές, από το 70% των καπνιστών που επιθυμούν να διακόψουν το κάπνισμα, μόλις 1% θα το καταφέρει με αυτόματη διακοπή, 3% με απλές συμβουλές ιατρού, 5-10% με προγράμματα ελάχιστης παρέμβασης, ενώ το ποσοστό αυτό ανέρχεται στο 40-70% στο ιατρείο διακοπής του καπνίσματος. Η θεραπεία που εφαρμόζεται στο ιατρείο από ειδικό πνευμονολόγο βασίζεται στην εξατομικευμένη προσέγγιση του καπνιστή και συνδυάζει τη συμβουλευτική υποστήριξη και παρακολούθηση με την κατάλληλη φαρμακευτική αγωγή. Οι φαρμακευτικές ουσίες που διαθέτουμε είναι τα σκευάσματα υποκατάστασης της νικοτίνης (τσίχλες, διαδερμικά αυτοκόλλητα, ρινικό αερόλυμα), η βουπροπιόνη και η βαρενικλίνη. Σημαντική είναι η απόλυτη αποχή από το κάπνισμα κατά τη διάρκεια της θεραπείας, η οποία σε μεγάλο ποσοστό επιτυγχάνεται ήδη από τις πρώτες ημέρες. Η τακτική παρακολούθηση στο ιατρείο αυξάνει το ρυθμό της μακρόχρονης αποχής, αφού  η συμβολή του ειδικού κρίνεται απαραίτητη στην ενθάρρυνση του ατόμου να ξαναδοκιμάσει, δεδομένου ότι οι υποτροπές είναι συχνές τα δύο πρώτα χρόνια.

Οι προσεγγίσεις για την πρόληψη του εθισμού στον καπνό στους νέους, που αποτελεί και το σπουδαιότερο κεφάλαιο στο θέμα του καπνίσματος, περιλαμβάνει τις επιμορφωτικές δραστηριότητες στα σχολεία και τα μέσα μαζικής ενημέρωσης, τη μείωση της διαθεσιμότητας του καπνού (όπως η φορολογία και η ενίσχυση των περιορισμών κατά της αγοράς και της χρήσης καπνού), την αλλαγή των κοινωνικών και περιβαλλοντολογικών προτύπων και την απαξίωση του καπνίσματος (απαγόρευση σε κλειστούς χώρους, ενημέρωση των γονέων να μη καπνίζουν μπροστά στα παιδιά τους).

 

Previous ArticleNext Article