Ειδήσεις, Οικονομία

Παραδομένoι στη Πανδημία του Χρέους ελληνικές επιχειρήσεις και νοικοκυριά

Το 66% των Ελλήνων χρωστούν σε τουλάχιστον τρεις πιστωτές. Πάνω από 235 δις ιδιωτικό χρέος…

Με δανεικά που ξεπερνούν το ΑΕΠ της Ελλάδος και με πιστώσεις άνω των τεσσάρων μηνών κινούνται ιδιωτικές επιχειρήσεις και νοικοκυριά. Ο άτυπος δανεισμός που εκτιμάται σε άνω των 20 δισ. ευρώ προστίθεται στο καταγεγραμμένο ιδιωτικό χρέος των 235 δισ. ευρώ, δημιουργώντας ένα εκρηκτικό μείγμα που εμποδίζει τη μείωση των κόκκινων δανείων και αποθαρρύνει επενδύσεις και νέες θέσεις εργασίας.

Σύμφωνα με στοιχεία του υπουργείου Οικονομικών, το ιδιωτικό χρέος προς τις τράπεζες ανέρχεται σε 100 δισ. ευρώ, προς την εφορία σε άλλα 100 δισ. ευρώ, προς ασφαλιστικά ταμεία σε 35 δισ. ευρώ και προς τη ΔΕΗ σε 1 δισ. ευρώ. Σε αυτά τα ποσά δεν περιλαμβάνονται χρέη μεταξύ επιχειρήσεων και αυτά που αναγκάζονται τα νοικοκυριά να δανείζονται από συγγενείς και φίλους για να τα βγάλουν πέρα, σύμφωνα με ρεπορτάζ πυ δημοσιεύουν το Capital.gr και η Καθημερινή.
Το Capital.gr επιχείρησε να προσεγγίσει αυτό το “γκρίζο” ιδιωτικό χρέος με ανάλυση ισολογισμών και στοιχείων από εταιρείες ασφάλισης πιστώσεων. Όπως προκύπτει από επιχειρήσεις με τζίρο άνω του 1 εκατ. ευρώ, οι συνολικές απαιτήσεις ξεπερνούν τα 12 δισ. ευρώ. Οι απαιτήσεις αυτές προέρχονται από πιστώσεις που εισπράττονται, κατά μέσο όρο, σε 127 ημέρες (4,2 μήνες). Πρόκειται κυρίως για πιστώσεις προμηθευτών, ενώ δεν περιλαμβάνεται ένας “κρυφός” δανεισμός μέσω μεταχρονολογημένων επιταγών.
Σε άλλα 10 με 12 δισ. ευρώ υπολογίζονται τα δανεικά ιδιωτών και νοικοκυριών από συγγενείς και φίλους. Το ποσό αυτό προκύπτει από την ανάλυση του καταναλωτικού προφίλ και τις καταθέσεις των νοικοκυριών. Στο ίδιο περίπου ποσό καταλήγει η προσέγγιση μέσω της πτώσης της τελικής ιδιωτικής κατανάλωσης μόνο από νοικοκυριά, λαμβάνοντας υπόψη ότι το 24% ζήτησε δανεικά από συγγενείς και φίλους για να αντιμετωπίσει τη μείωση εισοδήματος και τις υποχρεώσεις από την αρχή της πανδημίας, σύμφωνα με έκθεση της Intrum για την Ελλάδα. Μάλιστα, το 20% δανείζεται σχεδόν κάθε μήνα για να μπορέσει να πληρώσει τους λογαριασμούς.

Επιπλέον, μετρήσεις που έχουν γίνει από φορείς και ιδιωτικές εταιρείες δείχνουν ότι τα 2/3 των Ελλήνων (66%) χρωστούν σε τουλάχιστον τρεις πιστωτές. Οι τελευταίοι συνήθως έχουν την εξής σύνθεση: τράπεζες, εφορία και ασφαλιστικά ταμεία, συν δανεικά από συγγενείς και φίλους. Και αυτή η προσέγγιση καταλήγει κοντά στα στοιχεία που δημοσίευσε η Intrum για το καταναλωτικό προφίλ και τη δυνατότητα πληρωμών στην Ελλάδα.

Μία ματιά στις καταθέσεις καταλήγει σε δύο βασικά συμπεράσματα:

– Πρώτον, αύξηση των καταθέσεων από τα νοικοκυριά.

– Δεύτερον, σταθερή μείωση των καταθέσεων προθεσμίας, με αντίστοιχη αύξηση του ταμιευτηρίου και των λογαριασμών όψεως.

Σύμφωνα με την Τράπεζα της Ελλάδος, η αύξηση των καταθέσεων προήλθε κυρίως από τις μεγάλες περικοπές στην κατανάλωση, κάτι το οποίο εντάθηκε λόγω της πανδημίας και των lockdown. Στην έκθεση της Intrum διατυπώνεται ότι το 70% των νοικοκυριών απάντησε πως το πρώτο μέτρο που έλαβε ήταν η μείωση των καταναλωτικών δαπανών.

Επίσης, η ανοδική πορεία των καταθέσεων αποδίδεται στην αύξηση της μισθωτής απασχόλησης το 2019 (κάτι που ανέκοψε η πανδημία το 2020) και στις ενισχύσεις λόγω κορονοϊού (αναστολή πληρωμής φορολογικών και ασφαλιστικών υποχρεώσεων, στήριξη εργαζομένων με σχέση εξαρτημένης εργασίας, αυτοαπασχολούμενων και ατομικών επιχειρήσεων κ.ά). Από την Intrum προκύπτει ότι αυτό βοήθησε τουλάχιστον το 10% των ερωτηθέντων.

Όμως, το “σπάσιμο” των καταθέσεων προθεσμίας (μείωση περίπου κατά 4,4 δισ. ευρώ σε εννέα μήνες) αποτελεί ένδειξη ανάγκης για τρέχουσα ρευστότητα από τα νοικοκυριά. Ο συνδυασμός όλων αυτών των παραγόντων (που αναφέρει και ΤτΕ πιο πάνω για την αύξηση των συνολικών καταθέσεων) επέφερε άνοδο των καταθέσεων όψεως κατά 3,5 δισ. ευρώ και ταμιευτηρίου κατά 5 δισ. ευρώ.
Αγορές με πιστωτικές κάρτες

Δεδομένου ότι τα νοικοκυριά μείωσαν τις καταναλωτικές τους δαπάνες, η δυναμική περαιτέρω ανόδου της καταθετικής βάσης παραμένει αμφίβολη. Εξάλλου, η Ελλάδα καταλαμβάνει την τελευταία θέση στην Ευρώπη με βάση τη δυνατότητα των νοικοκυριών να αποταμιεύουν, ενώ το 36% επέλεξε να διακόψει πληρωμές και ένα επιπλέον ποσοστό 6% να αυξήσει τον δανεισμό του κάνοντας χρήση πιστωτικών καρτών και τραπεζικών δανείων.

Ο όγκος των νέων ληξιπρόθεσμων οφειλών και οι φορολογικές και ασφαλιστικές υποχρεώσεις που βρίσκονται σε αναστολή αποτελούν ενδείξεις των μεγάλων προβλημάτων που αντιμετωπίζει η πραγματική οικονομία. Μετά το εμβόλιο, η ελληνική οικονομία δεν θα επιστρέψει σε μία κανονικότητα, όπως ήταν πριν από την πανδημία, αλλά σε μία νέα κανονικότητα με επιχειρήσεις βαριά τραυματισμένες από την υγειονομική κρίση και με την ανεργία στα ύψη.

Οπως προκύπτει από τα στοιχεία του Γραφείου Προϋπολογισμού της Βουλής, οι νέες ληξιπρόθεσμες οφειλές που δημιουργήθηκαν το τρίτο τρίμηνο (Απρίλιος – Ιούνιος) είναι αυξημένες κατά 2,1 δισ. ευρώ, ενώ οι αναστολές που θα «ξεπαγώσουν» το 2021 ανέρχονται σε 1,567 δισ. ευρώ, χωρίς μάλιστα να συνυπολογίζονται και οι αναστολές υποχρεώσεων του Δεκεμβρίου.

Μετά το άνοιγμα της αγοράς από το πρώτο lockdown εμφανίστηκαν τα πρώτα σημάδια κόπωσης από τις επιχειρήσεις και τα φυσικά πρόσωπα. Οσοι δεν βρίσκονταν στους πληττόμενους ΚΑΔ και οι υποχρεώσεις τους δεν ανεστάλησαν, φαίνεται πως δεν κατάφεραν να αντεπεξέλθουν σε αυτές. Και ενώ το διάστημα πριν από την πανδημία η δημιουργία νέων ληξιπρόθεσμων οφειλών είχε υποχωρήσει σημαντικά, από τα υψηλά επίπεδα που ήταν στα χρόνια των μνημονίων (1 δισ. ευρώ απλήρωτοι φόροι τον μήνα), πλέον εμφανίζονται τάσεις σημαντικής αύξησής τους.

Ουσιαστικά, χιλιάδες επιχειρήσεις και ελεύθεροι επαγγελματίες που θα αναζητούν βηματισμό, εφόσον η παρένθεση της υγειονομικής κρίσης κλείσει μέχρι τα τέλη του ερχόμενου Απριλίου, θα βρεθούν αντιμέτωποι με τις παλαιές υποχρεώσεις της πρώτης καραντίνας, τις υποχρεώσεις της δεύτερης, αλλά και με τις τρέχουσες καταβολές του 2021 και το «ξεπάγωμα» τραπεζικών δόσεων. Η εξέλιξη αυτή είναι εξαιρετικά πιθανό να δημιουργήσει νέα ληξιπρόθεσμα χρέη στο Δημόσιο και στα ασφαλιστικά ταμεία, καθώς και νέα κόκκινα δάνεια.

Είναι ενδεικτικό ότι η υστέρηση εσόδων για το 2020 είχε υπολογιστεί στην εισηγητική έκθεση του προϋπολογισμού στα 7,9 δισ. ευρώ σε σχέση με τον αρχικό στόχο και, πλέον, όλα δείχνουν ότι η «τρύπα» θα αγγίξει, ενδεχομένως και να ξεπεράσει, τα 10 δισ. ευρώ, καθώς η αγορά παραμένει κλειστή, ενώ ταυτόχρονα έχουν ανασταλεί οι πληρωμές των ρυθμισμένων δόσεων και έχει επεκταθεί κατά ένα δίμηνο η πληρωμή των τελών κυκλοφορίας.

Μόνο από τη μείωση της κατανάλωσης οι απώλειες εσόδων υπολογίζονται στα 4,6 δισ. ευρώ και με βάση τους τελευταίους υπολογισμούς θα ξεπεράσει τα 5,5 δισ. ευρώ, που είναι και η μεγαλύτερη πληγή για τον προϋπολογισμό του τρέχοντος έτους. Οι εξελίξεις αναγκάζουν το οικονομικό επιτελείο να σχεδιάζει νέα μέτρα για στήριξη επιχειρήσεων και νοικοκυριών. Ηδη έχει ανακοινωθεί ένας ακόμα κύκλος επιστρεπτέας προκαταβολής τον Ιανουάριο του 2021, ύψους 1 δισ. ευρώ, ενώ είναι εξαιρετικά πιθανό να ακολουθήσουν επιπλέον δύο κύκλοι.

Σύμφωνα με πληροφορίες, τα έσοδα του προϋπολογισμού για τον μήνα Νοέμβριο κινήθηκαν εντός των νέων στόχων που τέθηκαν από την κυβέρνηση και προβλέπονται στην εισηγητική έκθεση που κατατέθηκε στη Βουλή. Σε σύγκριση όμως με τις αρχικές προβλέψεις είναι μειωμένα περίπου 20%. Από τα στοιχεία που έχει το υπουργείο Οικονομικών προκύπτει ότι οι φορολογούμενοι φαίνεται να πλήρωσαν τον φόρο εισοδήματος και τον ΕΝΦΙΑ. Ωστόσο, όπως ήταν αναμενόμενο, για έναν ακόμη μήνα καταγράφεται σημαντική πτώση στους φόρους κατανάλωσης και ιδιαίτερα στον ΦΠΑ.

Capital.gr

Previous ArticleNext Article