Με πάνδημη οδύνη έγινε δεκτή η είδηση του θανάτου του Μίκη Θεοδωράκη, το πρωί της Πέμπτης σε ηλικία 96 ετών, ενώ στα ελληνικά, αλλά και στα μεγαλύτερα διεθνή μέσα φιλοξενούνται διθυραμβικά δημοσιεύματα για το έργο και τη στάση ζωής του, επιβεβαιώνοντας την τεράστια αναγνώριση και απήχηση, που απολάμβανε.
Ο πιο επιδραστικός ίσως, Έλληνας του 20ου αιώνα, συνέδεσε τη σπουδαία μουσική του δημιουργία με μεγάλους κοινωνικούς και πολιτικούς αγώνες, επιτυγχάνοντας με μοναδικό τρόπο να «μεγαλώσει» την Ελλάδα φτάνοντας την στα πέρατα του κόσμου και αφήνοντας μία πολύτιμη και βαριά πολιτιστική κληρονομιά.
Σε ένδειξη τιμής η Πολιτεία κήρυξε τριήμερο εθνικό πένθος, – οι σημαίες θα κυματίζουν μεσίστιες στην Ακρόπολη και σε όλα τα δημόσια κτίρια –
από την Τρίτη που η σορός του θα εκτεθεί σε λαϊκό προσκύνημα στη Μητρόπολη Αθηνών, όπου την Πέμπτη 9 Σεπτεμβρίου στις 3 το απόγευμα θα γίνει η εξόδιος ακολουθία.
Οι λεπτομέρειες για τον τόπο της ταφής δεν έχουν αποσαφηνιστεί ακόμα – θα γίνει είτε στο Γαλατά Χανίων όπως είχε ζητήσει ο ίδιος, είτε στο Βραχάτι Κορινθίας, μετά από πομπή, όπως φέρεται να σκέφτεται η κόρη του, Μαργαρίτα, προκειμένου να είναι κοντά και να τον επισκέπτεται η ίδια και η μητέρα της, η 94χρονη Μυρτώ Αλτίνογλου. Οι ίδιες πληροφορίες αναφέρουν ότι η Μαργαρίτα θα ήθελε να γίνει εκταφή σε τρία χρόνια και τότε να ταφεί οριστικά στα Χανιά.
Παρότι ο κορυφαίος δημιουργός και αδάμαστος αγωνιστής, με τη βροντερή φωνή και την εξεγερμένη ψυχή, φαινόταν να είχε ετοιμαστεί εδώ και καιρό για το μεγάλο, το τελευταίο ταξίδι, η είδηση της απώλειας συγκλόνισε το πανελλήνιο, έθεσε σε κίνηση τη συλλογική μνήμη και ενεργοποίησε τις κοινές αναφορές ενός ολόκληρου έθνους, μα και χιλιάδων ανθρώπων ανά τον κόσμο που ένιωσαν τη συγκίνηση, την οποία προκαλούσε η μουσική του.
Υπό αυτή την έννοια, μοιάζει να εκπληρώνεται σχεδόν ακαριαία η τελευταία επιθυμία του, όπως την εξέφρασε σε επιστολή του προς τον γενικό γραμματέα του ΚΚΕ Δημήτρη Κουτσούμπα, από τον οποίο ζητούσε να επιληφθεί ώστε «να γίνει σεβαστή όχι μονάχα η ιδεολογία μου αλλά και οι αγώνες μου για την ενότητα των Ελλήνων». Η τραγική απώλεια, ένωσε όντως όλους τους Έλληνες, επιβεβαιώνοντας ότι ο Μίκης ήταν και είναι όλων των Ελλήνων. Κάτι το οποίο πέτυχε διατρανώνοντας με στεντόρεια φωνή, στις πιο ψηλές νότες της συνολικής παρακαταθήκης του, την ιδεολογική του ταυτότητα: «Τώρα στο τέλος της ζωής μου, την ώρα των απολογισμών, σβήνουν απ’ το μυαλό μου οι λεπτομέρειες και μένουν τα “Μεγάλα Μεγέθη”. Έτσι βλέπω ότι τα πιο κρίσιμα, τα δυνατά και τα ώριμα χρόνια μου τα πέρασα κάτω από τη σημαία του ΚΚΕ. Για το λόγο αυτό θέλω να αφήσω αυτόν τον κόσμο σαν κομουνιστής» γράφει στην ίδια επιστολή, που συνδέει σαν κόκκινη γραμμή όλους τους αγώνες που έδωσε με σκληρό τίμημα συχνά, επί σχεδόν 80 χρόνια, από τότε που εντάχθηκε στις γραμμές της ΕΠΟΝ στο απελευθερωτικό αγώνα ενάντια στους Γερμανούς κατακτητές, έως τη μάχιμη παρουσία του τα τελευταία χρόνια, κόντρα στα μνημόνια και μέσα στους λαϊκούς αγώνες.
Ο τρόπος που επέλεξε να φύγει ο Μίκης επιβεβαιώνει αυτό που ήταν επιλογή του σε όλη τη ζωή του: είχε το θάρρος της γνώμης, έκανε επιλογές, χωρίς να υπολογίζει κόστος, άνοιγε δρόμους και τολμούσε ανατροπές, σάρωνε διαχωριστικές γραμμές, δόγματα και «ευαγγέλια», καταφέρνοντας πάντα όμως να μην σπάει τους άρρηκτους δεσμούς με το λαϊκό αίσθημα και να κερδίζει το σεβασμό για την αναγνώριση, ακόμα και εν μέσω σφοδρών διαφωνιών, για τις απόψεις του.
Ρίγη συγκίνησης
Λίγο αφότου ανακοινώθηκε ο θάνατος του Μίκη Θεοδωράκη, η Βουλή τίμησε τη μνήμη του, τηρώντας ενός λεπτού σιγή, ενώ στη συνέχεια σύσσωμος ο πολιτικός και καλλιτεχνικός κόσμος, αλλά και κοινωνικές και πολιτιστικές οργανώσεις εξέφρασαν τα συλλυπητήριά τους.
Από το μεσημέρι χθες, λίγες ώρες μετά την ανακοίνωση για τη μεγάλη απώλεια, πλήθος κόσμου συγκεντρώθηκε στο σπίτι του κοντά στην Ακρόπολη, φωνάζοντας «Αθάνατος».
Η πρόεδρος της Δημοκρατίας Κατερίνα Σακελλαροπούλου δήλωσε ότι ο Μίκης Θεοδωράκης «έζησε μια πλούσια και γόνιμη ζωή που την βίωσε με πάθος», ο πρωθυπουργός Κυριάκος Μητσοτάκης τόνισε πως «είχαμε ξεχάσει πως ήταν θνητός, η χώρα αποχαιρετά μια από τις μεγαλύτερες προσωπικότητες που γέννησε», ο πρόεδρος του ΣΥΡΙΖΑ Αλέξης Τσίπρας σημείωσε ότι «ο Μίκης έδωσε φως στις ψυχές μας, σημάδεψε με το έργο του τη ζωή και τη διαδρομή όσων διάλεξαν το δρόμο της δημοκρατίας και της κοινωνικής δικαιοσύνης». «Με το έργο του ενέπνευσε και εξέφρασε όλη τη ρωμιοσύνη που θρηνεί σήμερα. Πρόβαλε το όνομα της Ελλάδας, μέσα από τη μουσική του και το κύρος του ονόματός του σε κάθε γωνιά του πλανήτη» δήλωσε η Φώφη Γεννηματά, ενώ το ΚΚΕ υπογράμμισε «ορμητικός, εμπνευσμένος και φλεγόμενος από το πάθος της προσφοράς στο λαό, ο Θεοδωράκης κατόρθωσε να χωρέσει στο μεγαλειώδες έργο του όλο το έπος της λαϊκής πάλης του 20ου αιώνα στη χώρα μας. Άλλωστε, μέρος αυτού του έπους υπήρξε και ο ίδιος».
Ο πρόεδρος της Βουλής Κωνσταντίνος Τασούλας αναγνώρισε ότι «η Ελλάδα υποκλίνεται στον κορυφαίο μελωδό της» και το ΜΕΡΑ25 επισήμανε ότι «η Ελλάδα πενθεί για έναν μεγάλο Έλληνα που φεύγει, δεν είναι ώρα για άλλες αποτιμήσεις. Μόνο υπόκλιση στο τεράστιο μέγεθος του Μίκη».
Τα ξένα μέσα
Η παγκόσμια αναγνώριση στον Μίκη Θεοδωράκη αποτυπώνεται στα αφιερώματα που έχουν τα μεγαλύτερα μέσα ενημέρωσης διεθνώς.
Το Reuters έγραψε ότι «ο συνθέτης του «Ζορμπά» πεθαίνει σε ηλικία 96 ετών, αναφερόμενο στον «πανύψηλο άνδρα με τα πυκνά κυματιστά μαλλιά που είχε λαχτάρα για μία προοδευτική, δημοκρατική εκδοχή του κομμουνισμού».
Οι «The New York Times» είχαν τίτλο «πέθανε στα 96 του ο Μίκης Θεοδωράκης, Έλληνας συνθέτης και μαρξιστής αγωνιστής», σημειώνοντας ιδιαίτερα τον αγώνα κατά της Χούντας «που τον φυλάκισε και τον εξόρισε ως επαναστάτη».
Στη Γερμανία: Η ιστοσελίδα της Γερμανικής Ραδιοφωνίας αναφέρει ότι «ο Θεοδωράκης θεωρείτο ο διασημότερος συνθέτης της Ελλάδας στον 20ό αιώνα. Ειδικά, η μουσική του για την ταινία ‘‘Αλέξης Ζορμπάς” και το ”Κάντο Χενεράλ” σε στίχους του Πάμπλο Νερούντα τον έκαναν διάσημο παγκοσμίως» και το περιοδικό Focus γράφει ότι «κανένας άλλος δεν κατάφερε να ερμηνεύσει την ελληνική νοοτροπία με τόσο πρωτότυπο τρόπο και να την κάνει γνωστή σε όλον τον κόσμο. Όμως ο Μίκης Θεοδωράκης δεν ήταν απλώς ένας συνθέτης, ένας μουσικός και μαέστρος. Ήταν αντιστασιακός και πολιτικός»,
Η εφημερίδα Die Zeit σημειώνει ότι ο Μίκης Θεοδωράκης «συγκαταλέγεται στους μεγαλύτερους συνθέτες της Ελλάδας. Για πολλούς Έλληνες ο Μίκης Θεοδωράκης ήταν μέχρι και σήμερα η φωνή του λαού. Η μουσική του θεωρήθηκε παρηγοριά, ειδικά σε ιστορικά δύσκολες εποχές, όπως η στρατιωτική δικτατορία, αλλά και ένδειξη αντίστασης».
Η Frankfurter Allgemeine Zeitung, γράφει ότι ο Μίκης Θεοδωράκης «στην Ελλάδα θεωρείτο ήρωας, παγκοσμίως συγκίνησε και ενέπνευσε εκατομμύρια, όχι μόνο μέσω της διάσημης μουσικής του Αλέξη Ζορμπά», ενώ η Tagesspiegel σημειώνει ότι «ως συνθέτης, μαέστρος, συγγραφέας, αντιστασιακός και πολιτικός ο Θεοδωράκης ήταν παγκοσμίως διάσημος. Για τους συμπατριώτες του είναι μέχρι και σήμερα η φωνή του λαού και η φωνή της Ελλάδας».
Στην Ιταλία η είδηση του θανάτου του Μίκη απασχόλησε έντονα τα μέσα ενημέρωσης, με το πρακτορείο ειδήσεων Ansa να αναφέρει ότι «ο πιο γνωστός έλληνας συνθέτης κάθε εποχής, πέθανε σε νοσοκομείο της Αθήνας, σε ηλικία 96 ετών, μετά από μια μακρά ζωή, γεμάτη τιμές, πόνο, συνυφασμένη με ορισμένα από τα τραγικότερα γεγονότα του περασμένου αιώνα». Η La Stampa έγραψε ότι «ο Μίκης Θεοδωράκης ήταν σύμβολο του ελληνικού πολιτισμού και αφιέρωσε την ζωή του στην μουσική και στην πολιτική».
Η ζωή, η μουσική, οι κοινωνικοί και πολιτικοί αγώνες
Ο Μίκης (Μιχάλης) Θεοδωράκης γεννήθηκε στις 29 Ιουλίου 1925 στη Χίο. Πατέρας του ήταν ο Γιώργης Θεοδωράκης με καταγωγή από τον Γαλατά των Χανίων και η μητέρα του Ασπασία Πουλάκη καταγόταν από τον Τσεσμέ της Μικράς Ασίας.
Βενιζελικός δικηγόρος ο πατέρας του Μίκη υπηρέτησε ως στέλεχος του υπουργείου Εσωτερικών σε πολλές νομαρχίες της χώρας – έτσι ο Μίκης γνώρισε από μικρός σχεδόν όλη την Ελλάδα, από τη Μυτιλήνη, τα Γιάννενα και την Κεφαλονιά έως τον Πύργο, την Πάτρα, το Αργοστόλι και την Τρίπολη!
Το 1939 στον Πύργο ο Μίκης πηγαίνει στο Ωδείο, ενώ δύο χρόνια αργότερα στην Τρίπολη δίνει την πρώτη του συναυλία παρουσιάζοντας το έργο του Κασσιανή και αφού νωρίτερα ανακαλύπτει την ποίηση του Ρίτσου και του Βρεττάκου, αρχίζει μαθήματα πιάνου, διευθύνει την εκκλησιαστική χορωδία κι αρχίζει να γράφει μουσική επηρεασμένος από το βυζαντινό μέλος. Το ταλέντο του στη μουσική είναι συγκλονιστικό.
Παράλληλα παίρνει μέρος στον απελευθερωτικό αγώνα, μετέχει σε διαδηλώσεις, συλλαμβάνεται και βασανίζεται από τους Ιταλούς κατακτητές και εντάσσεται στην ΕΠΟΝ, το ΚΚΕ και τον ΕΛΑΣ. Αγωνίζεται ως διμοιρίτης της Μεταξωτής διμοιρίας του 1ου τάγματος της Νέας Σμύρνης κατά τα Δεκεμβριανά. Συνεχίζει δε να σπουδάζει στο Ωδείο Αθηνών από το οποίο θα αποφοιτήσει το 1950.
Μετά την απελευθέρωση λόγω των προοδευτικών του ιδεών καταδιώκεται από τις αστυνομικές αρχές, ζει στην παρανομία, συλλαμβάνεται και στέλνεται εξορία στην Ικαρία αρχικά και μετά στη Μακρόνησο.
Το 1953 παντρεύεται την αγαπημένη του συναγωνίστρια, Μυρτώ, απόφοιτο της Ιατρικής Σχολής, με την οποία θα αποκτούσε τα χρόνια που θα ερχόντουσαν δύο παιδιά, τη Μαργαρίτα και τον Γιώργο.
Ένα χρόνο μετά πηγαίνει με υποτροφία στο Παρίσι, όπου συνεχίσει τις μουσικές σπουδές και αρχίζει να συνθέτει μουσική για το μπαλέτο της Ludmila Tcherina, το Covent Garden, Stuttgart Ballet και τον κινηματογράφο. Δείχνει ιδιαίτερη έφεση σε συνθέσεις έργων συμφωνικής μουσικής και μουσικής δωματίου. Το 1957 του απονέμεται το πρώτο βραβείο του Φεστιβάλ της Μόσχας από τον Schostakovitch για το έργο του, Suite No 1 για πιάνο και ορχήστρα.
Η μελοποίηση των μεγάλων ποιητών και οι ταραγμένες εποχές
Επιστρέφει στην Ελλάδα το 1960 ο Μίκης επιστρέφει στην Ελλάδα, έχοντας ήδη μελοποιήσει τον Επιτάφιο του Γιάννη Ρίτσου. Με τη στροφή στο λαϊκό τραγούδι ταυτίζεται με τους μεγάλους κοινωνικούς και πολιτικούς αγώνες της περιόδου.
Από το 1958 έχει ολοκληρώσει και το Άξιον Εστί του Οδυσσέα Ελύτη, αλλά όπως είχε πει «δεν βιάστηκα να το παρουσιάσω, γιατί διαισθανόμουνα ότι το ελληνικό κοινό δεν ήταν ακόμη ώριμο για να το δεχτεί». Η πρώτη εκτέλεσή του έγινε στα τέλη του 1964. Ιδρύει επίσης τη Μικρή Συμφωνική Ορχήστρα Αθηνών και δίνει πολλές συναυλίες στη χώρα προσπαθώντας να εξοικειώσει τον κόσμο με τη συμφωνική μουσική.
Μετά τη δολοφονία του Γρηγόρη Λαμπράκη το 1963 εκλέγεται πρόεδρος στην “Νεολαία Λαμπράκη”, που ιδρύεται εκείνη την περίοδο και στη συνέχεια εκλέγεται Βουλευτής της ΕΔΑ.
Με την χούντα ξεκινά τον αντιστασιακό αγών και ιδρύει το ΠΑΜ – εκλέγεται πρόεδρός του -, όμως συλλαμβάνεται τον Αύγουστο του 1967 και βασανίζεται με αποτέλεσμα να επιδεινωθεί η κατάσταση της υγείας του. Καταφέρνει ωστόσο να συνθέσει νέα τραγούδια και να τα στείλει στο εξωτερικό, για να τραγουδηθούν από τη Μαρία Φαραντούρη και τη Μελίνα Μερκούρη, ενώ την ίδια ώρα δημιουργούνται επιτροπές ανά τον κόσμο ζητώντας την απελευθέρωσή του – κάτι που γίνεται εφικτό το 1970, όταν και φεύγει για το Παρίσι. Συνεχίζει τον αγώνα κατά της χούντας, με συναυλίες και εκδηλώσεις στο εξωτερικό.
Με την πτώση της χούντας λέει το περίφημο «Καραμανλής ή τανκς», αν και χρόνια αργότερα διέψευσε ότι χρησιμοποίησε αυτή τη φράση.
Το 1974 κατέβηκε υποψήφιος με το ψηφοδέλτιο της Ενωμένης Αριστεράς στη Βʹ Πειραιά, όμως δεν κατάφερε να εκλεγεί. Το 1978 ήταν υποψήφιος δήμαρχος Αθηναίων, με το ΚΚΕ, λαμβάνοντας ποσοστό 16,32%.
Το 1976 ιδρύει το Κίνημα «Πολιτισμός της Ειρήνης» και δίνει διαλέξεις και συναυλίες σ’ όλη την Ελλάδα. Το 1983 του απονέμεται το βραβείο Λένιν για την Ειρήνη.
Το 1981 εκλέγεται βουλευτής Βʹ Πειραιά με το ΚΚΕ, και επανεξελέγη το 1985, ως πρώτος στο ψηφοδέλτιο Επικρατείας του κόμματος.
Από τη δεκαετία του 1980, πρωταγωνιστεί στην οικοδόμηση της ελληνοτουρκικής φιλίας.
Το 1990 με τη διάσπαση του ΚΚΕ και λόγω της διαφωνίας που είχε με τα όσα γίνονταν στο κόμμα κατέβηκε ως ανεξάρτητος συνεργαζόμενος με τη Νέα Δημοκρατία. Εξελέγη, τοποθετημένος στην τρίτη θέση του ψηφοδελτίου Επικρατείας και διετέλεσε υπουργός άνευ χαρτοφυλακίου και Επικρατείας.
Την 1η Δεκεμβρίου 2010 ο Μίκης Θεοδωράκης ανακοίνωσε την ίδρυση Κινήματος Ανεξάρτητων Πολιτών με την ονομασία «Σπίθα», μετέχοντας στον αντιμνημονιακό αγώνα – αποχώρησε από τη «Σπίθα» το Σεπτέμβριο του 2013. Το 2015 επικρότησε την νίκη του ΣΥΡΙΖΑ, αλλά αργότερα την επέκρινε για τη μνημονιακή στροφή, καθώς στο Δημοψήφισμα της 5ης Ιουλίου 2015 τάχθηκε υπέρ του Όχι.[
Ευρεία γκάμα μουσικών έργων
Ο Μίκης Θεοδωράκης κινήθηκε με εντυπωσιακή άνεση και επιτυχία ανάμεσα σε πολλά «διαφορετικά» είδη μουσικής. Συνέθεσε από έργα όπερας. συμφωνική μουσική, μουσική δωματίου και ορατόρια, μέχρι μουσική για μπαλέτα, χορωδιακή, εκκλησιαστική μουσική, μουσική αρχαίου δράματος, θεάτρου, κινηματογράφου, ενώ σημάδεψε το έντεχνο, λαϊκό τραγούδι στη χώρα. Τραγουδήθηκε από τους Beatles και την Εντίθ Πιάφ, διέδωσε την Ελλάδα μέσω του Ζορμπά με το «συρτάκι» και άφησε το μουσικό του στίγμα μέχρι και τον αμερικανικό κινηματογράφο, στην ταινία Σέρπικο! Η μεγαλύτερη επιτυχία του θεωρείται ότι μελοποιώντας μεγάλους ποιητές (Ελύτης, Σεφέρης, Ρίτσος, Λειβαδίτης, Νερούντα κ.α), έβαλε την ποίηση σε όλα τα ελληνικά σπίτια.
Τα κυριότερα έργα του:
Κύκλοι τραγουδιών: Τα Παιδικά, Επιτάφιος, Επιφάνια, Πολιτεία Α΄,Β΄,Γ΄και Δ΄, Λιποτάκτες, Μικρές Κυκλάδες, Μαουτχάουζεν, Romancero Gitano, Θαλασσινά Φεγγάρια, Ο Ήλιος και ο Χρόνος, 12 Λαϊκά, Νύχτα Θανάτου, Αρκαδίες, Τα τραγούδια του Αγώνα, Τα τραγούδια του Ανδρέα, 18 Λιανοτράγουδα, Μπαλλάντες, Στην Ανατολή, Τα Λυρικά, Χαιρετισμοί, Επιβάτης, Ραντάρ, Διόνυσος, Φαίδρα, Καρυωτάκης, Τα πρόσωπα του ήλιου, Μνήμη της πέτρας, Ως αρχαίος άνεμος, Μήπως ζούμε σ΄άλλη χώρα;, Μια θάλασσα γεμάτη μουσική, Η Βεατρίκη στην οδό μηδέν, Ασίκικο Πουλάκη, Λυρικώτερα, Λυρικώτατα, Σερενάτες.
Μουσική για θέατρο: Το τραγούδι του νεκρού αδελφού, Ένας Όμηρος, Εχθρός Λαός, Προδομένος Λαός, Καποδίστριας, Χριστόφορος Κολόμβος, Περικλής, Αυτό το δέντρο δεν το λέγανε υπομονή, Το θεριό του Ταύρου, Μάκβεθ.
Μουσική για Αρχαίο Δράμα: Ορέστεια (Αγαμέμνων, Χοηφόροι, Ευμενίδες), Αντιγόνη, Ιππείς, Λυσιστράτη, Προμηθεύς Δεσμώτης, Οιδίπους Τύραννος, Εκάβη, Ικέτιδες, Τρωάδες, Φοίνισσες, Αίας.
Μουσική για κινηματογράφο: Ζορμπάς, Ζ, Σέρπικο, Ιφιγένεια, Ηλέκτρα, Όταν τα ψάρια βγήκαν στη στεριά, Σουτιέσκα (Τίτο), Μπιριμπί, Φαίδρα, Κατάσταση Πολιορκίας, Actas de Marusia.
Ορατόρια: ‘Αξιον Εστί, Μαργαρίτα, Επιφάνια Αβέρωφ, Κατάσταση Πολιορκίας, Πνευματικό Εμβατήριο, Requiem, Canto General, Θεία Λειτουργία, Λειτουργία για τα παιδιά που σκοτώνονται στον πόλεμο.
Συμφωνικά και Μουσική Δωματίου: 1η, 2η, 3η 4η, 7η Συμφωνία, Κατά Σαδδουκαίων, Canto Olympico, Τρίο, Σεξτέτο, Το Πανηγύρι της Αση-Γωνιάς, Ελληνική Αποκριά, Κύκλος, Σονατίνα για πιάνο, Σουίτα αρ. 1, 2 και 3, Σονατίνα αρ. 1 και αρ. 2 για βιολί και πιάνο, Οιδίπους Τύραννος, Κοντσέρτο για πιάνο, Ραψωδία για τσέλο και ορχήστρα, Sinfonietta, Adagio.
Μπαλέτα: Οι Εραστές του Τερουέλ, Αντιγόνη, Ζορμπάς.
Όπερες: Καρυωτάκης (Οι μεταμορφώσεις του Διονύσου), Μήδεια, Ηλέκτρα, Αντιγόνη, Λυσιστράτη.
protothema.gr