Το παιδί από τα Γρεβενά που έπαιζε με την ίδια ευκολία από τον Καρρά σε πανηγύρια, κάπνιζε πολύ, λάτρευε τις πλάκες και έσβησε άδικα χτυπημένος από τον κορωνοϊό Η παρέα που μπήκε εκείνο το βράδυ στο «Ποσειδώνιο» είχε κέφια και αυτό φάνηκε όταν οδηγήθηκε σε ένα από τα πρώτα τραπέζια του νυχτερνού ναού. Είναι αρχές της δεκαετίας του 90 και στην νύχτα μεσουρανεί ο Βασίλης Καρράς που έχει συμπράξει με την Καίτη Γαρμπή στο συγκεκριμένο μαγαζί.
Η τελευταία είναι πρώτο όνομα χάρη στα σουξέ του Φοίβου και εμφανίζεται μετά το πρώτο πρόγραμμα του Καρρά, ενώ τη βραδιά ανοίγουν άγνωστα τότε ονόματα σαν τον Διονύση Σχοινά και τα «Κακά Κορίτσια». Με το που αρχίζει η εισαγωγή από την ορχήστρα του Καρρά, ο επιχειρηματίας της προαναφερθείσης παρέας «κολλάει» με τις νότες που βγαίνουν από το βιολί του νεαρού σολίστα Ζήση Κασιάρα. Είναι τέτοιος ο ενθουσιασμός του που αρχίζει στέλνει συνέχεια λουλούδια στον μουσικό, ο οποίος χαμογελάει ευγενικά, αφού δέχεται κανονικό «πόλεμο» από άνθη! Ο Καρράς, που έτοιμάζεται να βγει, θα το κάνει μόνο όταν ο επιχειρηματίας σταματήσει να ραίνει με άνθη τον σολίστα του και μετά το τέλος του προγράμματος του αρχίζει την πλάκα.
«Τι έγινε ρε Ζήση; Θα μας φας την δουλειά; Σε έχτισε ο τύπος…» λέει ενώ οι μουσικοί του γελάνε και ο Ζήσης το χαίρεται σαν ένα μικρό παιδί, όπως χαιρόταν κάθε στιγμή της ζωής του. Μιας ζωής που τέλειωσε χθες, όταν έχασε την άνιση όπως αποδείχτηκε μάχη με τον κορωνοϊό, αυτός ο χαρισματικός μουσικός που έπαιξε δίπλα σε πολύ μεγάλα ονόματα του τραγουδιού. Έζησε μεγάλες στιγμές δίπλα στον Βασίλη Καρρά, όπως την αλήστου μνήμης συναυλία στηνΣόφια της Βουλγαρίας μπροστά σε 17.000 άτομα και ατέλιωτες πλάκες στα καμαρίνια μαγαζιών.
Αυτά στα οποία άρχισε να παίζει σε ηλικία μόλις 17 ετών, ένα νέο παιδί από τα Γρεβενά που αγάπησε από μικρός το βιολί, ένα από τα πλέον δύσκολα μουσικά όργανα. Ο στιχουργός Ηλίας Φιλίππου -από τους πρώτους που διέκριναν το ταλέντο του Ζήση- τον έφερε στην Αθήνα το 1984 για να παίξει στην «Καλύβα» ένα νυχτερινό κέντρο στην Σταυρούπολη, με πρότο όνομα τότε την Μαριάνθη Κεφάλα. Ο «μικρός» που είχε ήδη πάρει το βάπτισμα του πυρός σε πανηγύρια παίζοντας κάποιες φορές ακόμη και 16 συνεχόμενες ώρες είναι άπειρος αλλά πολύ καλός. Όταν στα τέλη της δεκαετίας του 80 καλείται να υπηρετήσει τη θητεία του, έχει μόλις αρχίσει να «φτιάχνει» όνομα και ο Φιλίπππου που τον βλέπει στεναχωρημένο αναλαμβάνει δράση. Ο Κασιάρας παίρνει τακτικά άδειες για να δουλεύει και μόλις απολύεται από τον στρατό «κλείνει» σαν σολίστας στην ορχήστρα του Βασίλη Καρρά.
«Στο τσιγάρο που κρατώ…»
Το άστρο του ανεβαίνει, ηχογραφεί όλο και πιο συχνά στο στούντιο ενώ η εκτόξευση του Βασίλη Καρρά ανεβάζει και τις δικές του μετοχές, όχι όμως το «εγώ» του. Το μεγάλο πάθος του εκτός από το βιολί, είναι το τσιγάρο. Ο Ζήσης καπνίζει πολύ, υπάρχουν μέρες που τρία πακέτα δεν του φτάνουν και δεν είναι λίγοι οι φίλοι που του λένε να το ελατώσσει, όμως ο ίδιος χαμογελάει και εξακολουθεί να κάνει αυτό που θέλει. Είναι πλέον μέσα στα τρία πρώτα βιολιά της Ελλάδας, συνεργάζεται με μεγάλα ονόματα όπως η Πάολα, ο Θέμης Αδαμαντίδης, ο Νίκος Οικονομόπουλος αλλά όλα αυτά δεν του είναι αρκετά. Με την ίδια άνεση που εμφανίζεται στις μεγάλες πίστες δίνει το παρόν σε πανηγύρια της ελληνικής περιφέρειας, παίζοντας δίπλα στην Φιλιώ Πυργάκη. Ψάχνεται, μελετάει, ηχογραφεί με όποιν του το ζητήσει αν του αρέσει αυτό που ακούει χωρίς πολλές φορές να ζητάει καν την αμοιβή του, ειδικά όταν πρόκειται για νέα παιδιά.
«Ρε Ζήση τώρα το έσβησες το ρημάδι, άλλο άναψες» του λέει ένα βράδυ -από τα πολλά που έζησαν στην πίστα, στα καμαρίνια, σε αίθουσες αναμονής αεροδρομίων- ο Καρράς και ο Κασιάρας γελάει. Πριν ανέβει τσεκάρει το κούρδισμα του βιολιού του, καπνίζοντας ένα τελευταίο τσιγάρο και μετά οι νότες που φεύγουν από το δοξάρι του, γεμίζουν τον χώρο. Όταν αρρωσταίνει και εισάγεται στο νοσοκομείο είναι αισιόδοξος, όπως ήταν πάντα στην ζωή του κι ασ ανησυχεί η οικογένειά του, κυρίως λόγω του τσιγάρου.Τις πρώτες μέρες είναι καλά, όμως μετά ο ιός γίνεται ιδιαίτερα επιθετικός και γνωστός μουσικός παλεύει για την ζωή του, σε μια μάχη που τελικά θα αποδειχτεί άνιση, αφού οι πνεύμονες του είναι ιδιαίτερα επιβαρυμένοι. Η φυγή του βύθισε σε θλίψη τον χώρο και είναι ατέλειωτα τα μηνύματα φίλων που αποχαιρετούν το γελαστό παιδί, που πέταξε ψηλά πολύ νέος αφήνοντας πίσω του σόλα που έμειναν και γλυκές νότες.