Όπως αναφέρουν οι αγρότες για την τιμή του βαμβακιού στο agrocapital ,ότι «παραμένει η τεράστια ψαλίδα ανάμεσα στην χρηματιστηριακή τιμή του βάμβακος, την εκκοκκισμένη τιμή και την τιμή στον παραγωγό κάτι το οποίο δεν έχουν σκοπό να αποδεχτούν οι αγρότες. Η συνάντηση του υπουργού με την διεπαγγελματική, δηλαδή με τους εκκοκκιστές, δεν έδωσε κανένα καινούριο στοιχείο για την παραγωγή και τα ποιοτικά χαρακτηριστικά στο βαμβάκι.
Το μόνο που διαφάνηκε είναι η πρόθεση του υπουργείου σε συνεργασία με τους εκκοκκιστές να προωθήσουν επί της ουσίας την συμβολαιακή γεωργία στο βαμβάκι από την νέα χρονιά η οποία σε όποιο προϊόν έχει εφαρμοστεί κάθε άλλο παρά προστατεύει τους παραγωγούς.
Καλούν τους βαμβακοπαραγωγούς να μην συμβιβαστούν με τις εν λόγω τιμές των 47-50 λεπτών/κιλό αλλά να απαιτήσουν να πληρωθούν τον κόπο και τον μόχθο τους. Ζητούν από τον υπουργό να δώσει στην δημοσιότητα τα στοιχεία για τα ποιοτικά χαρακτηριστικά του βαμβακιού την φετινή περίοδο που έχει στα χέρια της η διεπαγγελματική βάμβακος».
Όταν η αξία της βιομηχανίας αγγίζει το μισό δισ. ευρώ, ενώ την περίοδο 2017/18, η παραγωγή βαμβακιού εκτιμάται σε 1,24 εκατ. μπάλες των 480 λιβρών, αυξημένη κατά περίπου 20% από την προηγούμενη σεζόν, λόγω των ευνοϊκών καιρικών συνθηκών κατά τη συγκομιδή και των καλών αποδόσεων στις κυριότερες περιοχές καλλιέργειας βαμβακιού, της Θεσσαλίας και της Μακεδονίας.
Τα στοιχεία, που δείχνουν τόνωση της αγοράς μετά από μια περίοδο πιέσεων λόγω της κρίσης αλλά και επιβράδυνσης των εξαγωγών, που δημοσίευσε το GAIN (Global Agricultural Information Network) και επιβεβαιώνουν τις προθέσεις των επαγγελματιών, οι οποίοι σχεδιάζουν επανατοποθέτηση μετατοπίζοντας το ενδιαφέρον τους από καλλιέργειες καλαμποκιού και σιταριού (οι τιμές των οποίων επιβραδύνονται) στο βαμβάκι. Αν και δεν είναι όλοι οι επιχειρηματίες ικανοποιημένοι από τις αποδόσεις της περασμένης χρονιάς, σε μια δραστηριότητα μάλιστα που θεωρείται ενεργοβόρα, δεν προσβλέπουν σε καλύτερες τιμές φέτος (πέρυσι κυμάνθηκαν πάνω από τα 50 λεπτά το κιλό συμπεριλαμβανομένου ΦΠΑ 24%) αλλά και υψηλότερες επιδοτήσεις.
Επίσης περίπου το 55% της παραγωγής βαμβακόσπορου συνθλίβεται. Εξάλλου, τα εκκοκκιστήρια έχουν ως βασική δραστηριότητα τον διαχωρισμό των συστατικών που περιέχονται στην κάψα του βαμβακιού, για να μπορέσει το βαμβάκι να επεξεργαστεί περαιτέρω προς παραγωγή νήματος και υφάσματος ή υποπροϊόντων. Δηλαδή, κατά τον εκκοκκισμό, διαχωρίζονται οι ίνες από τους σπόρους.
Η ζήτηση στον κλάδο επηρεάζεται από διάφορους παράγοντες όπως: οι οικονομικές συνθήκες, η τιμή βάμβακος στο διεθνές χρηματιστήριο, η ποιότητα βάμβακος, οι τάσεις της μόδας, η τιμή άλλων ανταγωνιστικών αγαθών και η πολιτική αποθεματοποίησης.
Οι ελληνικές εξαγωγές βαμβακιού στην Ευρώπη έχουν ως κύριο αποδέκτη την Τουρκία – την περίοδο 2016/17 αντιπροσώπευε περίπου το 36% των συνολικών εξαγωγών. Ας ληφθεί υπόψη ότι η κλωστοϋφαντουργία είναι ένας κλάδος στον οποίο η Τουρκία έχει να επιδείξει σημαντικά πλεονεκτήματα, όπως ότι: είναι πλούσια σε πρώτες ύλες, είναι η 7η παραγωγός χώρα βαμβακιού στον κόσμο, διαθέτει στρατηγική γεωγραφική θέση και αποτελεί εμπορική πύλη για τις αγορές της Ευρώπης και της Μέσης Ανατολής.
Επίσης η ποιότητα των υλικών αλλά και των έτοιμων ενδυμάτων χαίρει δημοφιλίας, οι συνθήκες εργασίας του δυναμικού των επιχειρήσεων κλωστοϋφαντουργίας θεωρούνται πολύ καλές και τα τελευταία χρόνια η τουρκική κυβέρνηση προβαίνει σε ενέργειες προώθησης του κλάδου, όπως επένδυση σε τεχνολογίες επεξεργασίας υφασμάτων και παραγωγής ενδυμάτων με ποιοτικά υλικά που δεν αλλοιώνονται εύκολα, ενθάρρυνση της εξειδικευμένης εκπαίδευσης προσωπικού τόσο ως προς τον σχεδιασμό προϊόντων όσο και ως προς το μάρκετινγκ αυτών στο εσωτερικό και στο εξωτερικό κ.ά.
Είναι σαφές ότι η ελληνική αγορά υστερεί σε πολλούς από αυτούς τους τομείς, με αποτέλεσμα να είναι λιγότερο ανταγωνιστική από την Τουρκία, όπου η κλωστοϋφαντουργία συνεισφέρει στο ΑΕΠ με μερίδιο στις εξαγωγές πάνω από 18%. Η Τουρκία εξάλλου αποτελεί μία από τις μεγαλύτερες χώρες παραγωγούς υφασμάτων και έτοιμων υφασμάτινων ειδών διεθνώς και με ποσοστό 3,39% αποτελεί την 8η μεγαλύτερη χώρα προμήθειας ειδών κλωστοϋφαντουργίας στον κόσμο και τον 3ο μεγαλύτερο προμηθευτή των χωρών της Ε.Ε.
Η καλλιέργεια του βαμβακιού στη χώρα μας αναπτύχθηκε μετά την είσοδο στην Ευρωπαϊκή Κοινότητα και ιδιαίτερα στην δεκαετία του 1990. Έτσι ενώ το 1980 η παραγωγή εκκοκκισμένου βάμβακος ήταν 115.000 τόννοι, το 1990 έγιναν 268.000 και το 2001 455.000 τόννοι.
Η συνέχιση της καλλιέργειας εξασφαλίζεται επίσης από την υψηλού επιπέδου υποδομή που έχουν οι Έλληνες αγρότες και η βιομηχανία, τόσο σε μηχανολογικό εξοπλισμό, όσο και σε τεχνογνωσία.
Περίπου 80.000 Έλληνες αγρότες έχουν σαν κύρια απασχόληση την καλλιέργεια βάμβακος.
Σε σύγκριση με τα άλλα προϊόντα ευρείας καλλιέργειας, το βαμβάκι είναι το μόνο που εξασφαλίζει ικανοποιητικό εισόδημα στον Έλληνα παραγωγό (σιτάρι,καλαμπόκι,ρύζι κλπ.)
Η καλλιέργεια και διακίνηση του βαμβακιού διέπεται από πολύ αυστηρούς κανόνες λόγω των ενισχύσεων της Ε.Ε. Η όλη διαδικασία ελέγχεται από τον Ο.Π.Ε.Κ.Ε.Π.Ε. Η ποιότητα του ελληνικού βαμβακιού είναι πολύ καλή, γι’αυτό υπάρχει ευκολία στη διάθεση του από τις εκκοκκιστικές επιχειρήσεις. Έτσι καταφέρνουμε να εξάγουμε το 65% της παραγωγής ακόμα και σε χώρες που οι ίδιες εξάγουν βαμβάκι (Η.Π.Α.,Τουρκία)
Ο κύκλος εργασιών του κλάδου εκκόκκισης και σπορελαιουργείας είναι περίπου 200 δις ετησίως.
Δραστηριοποιούνται γύρω στις 57 επιχειρήσεις με 81 μονάδες εκκόκκισης από τις οποίες οι 10 είναι συνεταιριστικές. Οι πιο πολλές είναι μικρές οικογενειακές επιχειρήσεις. Ο ανταγωνισμός μεταξύ των εκκοκκιστηρίων βρίσκεται κυρίως στην αγορά του συσπόρου βαμβακιού από τους παραγωγούς. Έτσι μεγάλο πλεονέκτημα είναι η ταχεία πληρωμή των παραγωγών και η μεγάλη δυναμικότητα απορρόφησης στην περίοδο της συγκομιδής (Οκτώβριο – Νοέμβριο).
Αντίθετα ο ανταγωνισμός είναι μικρότερος στις πωλήσεις λόγω της εύκολης διάθεσης του βαμβακιού στις διεθνείς αγορές.
|
||||||||||||||||||||||||||||||||||||||||||||||||||||||||||||
agrocapital.gr