Στα 450 ευρώ ανά εκμετάλλευση υπολογίζεται η αναδιανεμητική για 300.000 παραγωγούς, ενώ υπάρχει και σχεδιασμός για αυξημένη στρεμματική ενίσχυση της τάξεως του 50% για τα βοσκοτόπια. Τη µετάβαση στο Καθεστώς Ενιαίας Στρεµµατικής Ενίσχυσης (ΚΕΣΕ) θα πρέπει να ξεκινήσει να εξετάζει πλέον σοβαρά η Ελλάδα στα πλαίσια της νέας ΚΑΠ, καθώς εµφανίζονται µε σαφήνεια πιέσεις για αύξηση των άµεσων ενισχύσεων στα βοσκοτόπια µε ταυτόχρονη σοβαρή αναδιανοµή των επιδοτήσεων. Καθώς πλησιάζουµε στην τελική ψηφοφορία στην ολοµέλεια της Ευρωβουλής για τη νέα ΚΑΠ, η µεγαλύτερη πολιτική οµάδα του Κοινοβουλίου, το Ευρωπαϊκό Λαϊκό (ΕΛΚ), ενέκρινε τη θέση του για το πλαίσιο που θα υποστηρίξει, στο οποίο ζητά:
Πρώτον, να θεσπιστεί υποχρεωτικό για όλα τα κράτη-µέλη η επιδότηση της βασικής ενίσχυσης σε µόνιµους βοσκότοπους να είναι τουλάχιστον ίση µε το µέσο όρο ενισχύσεων που λαµβάνουν όλοι οι αγρότες στη χώρα. Επιπλέον, προβλέπει ευελιξία στην προσθήκη επιπλέον επιλέξιµων εκταρίων βοσκήσιµων γαιών όταν, για λόγους βιοποικιλότητας, ορισµένα φυτά συνυπάρχουν στο λιβάδι.
∆εύτερον, να αυξηθεί το ελάχιστο µερίδιο των πόρων από το 5 στο 7% που θα πρέπει να δεσµεύσουν τα κράτη-µέλη από τις άµεσες ενισχύσεις για το καθεστώς «Αναδιανεµητικής Ενίσχυσης» που προβλέπει πρόσθετη στήριξη για µικρές και µεσαίες εκµεταλλεύσεις.
Η πρώτη πρόταση που αφορά τα βοσκοτόπια, πολύ απλά σηµαίνει για τους Έλληνες κτηνοτρόφους, ποσό ενίσχυσης που θα κυµαίνεται κοντά στα 40 ευρώ το στρέµµα (µε βάση αποκλειστικά τον εθνικό φάκελο 2014-2020), όσο δηλαδή είναι ο µέσος όρος της βασικής ενίσχυσης ανά εκµετάλλευση στην Ελλάδα. Μιλάµε δηλαδή για διπλασιασµό σε σχέση από τη µέση αξία δικαιώµατος για τα βοσκοτόπια. Έτσι η βοσκήσιµη γη αποκτά καθαρή και µεγάλη αξία ενώ καθίσταται αυτονόητο πως η κατανοµή της θα πρέπει να πάει εκεί που πρέπει βάζοντας στην άκρη του επιτήδειους.
Όσον αφορά τη δεύτερη πρόταση που αφορά το καθεστώς Αναδιανεµητικής Ενίσχυσης: Με δεδοµένο ότι περίπου 2 δισ. ετησίως διανέµονται στην Ελλάδα υπό την µορφή άµεσων ενισχύσεων και εφόσον η χώρα υποχρεώνεται στα στρατηγικά της σχέδια για την επερχόµενη ΚΑΠ να ενεργοποιήσει το καθεστώς αυτό µε 7% ποσοστό επί των άµεσων προκύπτει ένα ποσό των 140 εκατ. ευρώ. ∆ηλαδή, 450 ευρώ για κάθε έναν από τους 300.000 αγρότες (µικρές και µεσαίες εκµεταλλεύσεις της χώρας) που θα πληρούν τις προϋποθέσεις ένταξης.
Ιστορικά δικαιώµατα από ελιές και βαµβάκι στον «κουβά» της αναδιανεµητικής
Πώς λοιπόν από τη µία θα χρηµατοδοτηθεί η αύξηση των ενισχύσεων στους βοσκότοπους και από την άλλη θα βρεθούν οι πόροι από τις άµεσες ενισχύσεις για τον κουµπαρά της αναδιανεµητικής. Εδώ λοιπόν έρχεται και κουµπώνει το σενάριο του Καθεστώτος Ενιαίας Στρεµµατικής Ενίσχυσης. Έτσι τα ιστορικά δικαιώµατα δεν θα υπήρχαν πλέον, κάτι που θα επηρέαζε σαφώς µεγάλο αριθµό εκµεταλλεύσεων ελαιοκαλλιέργειας και βαµβακιού (περίπου το 40% των ελληνικών εκµεταλλεύσεων) δηµιουργώντας το κεφάλαιο από το οποίο θα ερχόταν να χρηµατοδοτηθεί η αναδιανεµητική ενίσχυση. ∆ηλαδή, περίπου οι µισές εκµεταλλεύσεις της χώρας θα χρηµατοδοτούσαν τις άλλες µισές.
Για τα βοσκοτόπια τα πράγµατα είναι πιο απλά. Οι αροτραίες σε γενικό επίπεδο θα έµεναν σταθερές στο ποσό που θα λάµβαναν, ενώ η απώλεια θα προερχόταν από τις δενδροκαλλιέργειες. Ωστόσο, για τους δενδρώνες η κατάσταση όπως και να διαµορφωθεί, δηλαδή 10 ευρώ πάνω ή κάτω το στρέµµα, λίγη µπορεί να έχει σηµασία σε σχέση µε τον τζίρο που χαρακτηρίζει τις πολυετείς καλλιέργειες. Για παράδειγµα όταν ένα στρέµµα ακτινιδίου µπορεί να έχει απόδοση 3.000-4.000 κιλά το στρέµµα, ο παραγωγός πάει από την αγορά να διεκδικήσει τον τζίρο του και δεν βασίζεται στη βασική ενίσχυση.
Ειδικότερα, όσον αφορά αποκλειστικά τη βασική ενίσχυση: Στην περίπτωση εφαρµογής του σεναρίου της ενιαίας στρεµµατικής ενίσχυσης (flat rate), χωρίς περιφερειακό µοντέλο στην Ελλάδα, διαπιστώνεται ότι 378.000 εκµεταλλεύσεις θα υποστούν µείωση της βασικής εισοδηµατικής ενίσχυσης κατά 253 εκατ. ευρώ, που θα µεταφερθεί σχεδόν όλο σε 39.000 εκµεταλλεύσεις . Υπολογίστηκε ότι, η ανακατανοµή των ενισχύσεων, µε βάση το εξεταζόµενο σενάριο (flat rate) θα ευνοήσει τις εκτατικές κτηνοτροφικές εκµεταλλεύσεις, ενώ τη µεγαλύτερη µείωση θα υποστούν οι εκµεταλλεύσεις ελαιοκοµίας, λοιπών αροτραίων και βαµβακιού.
∆ύο περιφέρειες ενισχύσεων
Εδώ υπάρχει και ένα ακόµα σενάριο, αυτό της αλλαγής στην περιφερειοποίηση των ενισχύσεων. Όπως είναι γνωστό σήµερα η Ελλάδα ακολουθεί το σύστηµα των τριών περιφερειών: αροτραίες, δενδρώδεις, βοσκοτόπια. Η κατανοµή πόρων (βασική ενίσχυση και πρασίνισµα) είναι 25% για την περιφέρεια βοσκοτόπων, 47% για την περιφέρεια αρόσιµων εκτάσεων και 28% για την περιφέρεια µονίµων καλλιεργειών (δενδρώνες & αµπελώνες). Κατά καιρούς, από κυβερνητικά στελέχη, έχει ακουστεί η άποψη διαχωρισµού των ενισχύσεων σε 2 γενικές περιφέρειες. Μία αποκλειστικά για φυτική παραγωγή και µία για ζωική. Εδώ µετά, θα υπήρχε θέµα διαχείρισης των ποσοστών των πόρων. ∆ηλαδή να ακολουθηθεί ένα σύστηµα 35-65 για ζωική και φυτική από το 25-75 που ισχύει σήµερα, ώστε να χρηµατοδοτηθούν επαρκώς τα βοσκοτόπια.
Οι προτάσεις των ευρωβουλευτών
Αναλυτικότερα οι θέσεις του ΕΛΚ όπως διατυπώθηκαν στο σχετικό έγγραφο:
Υποστήριξη για βοσκοτόπια: Τα κράτη µέλη θα πρέπει να έχουν τη δυνατότητα να υποστηρίζουν πιο έντονα τα βοσκοτόπια είτε µέσω πληρωµών του πρώτου πυλώνα είτε µε ελκυστικά προγράµµατα στον πυλώνα 2 και να ζητούν από τα κράτη µέλη να εξετάσουν αυτήν την επιλογή σύµφωνα µε τους εθνικούς τους στόχους για το κλίµα. Σε κάθε περίπτωση, τα µόνιµα βοσκοτόπια δεν θα πρέπει να λαµβάνουν λιγότερες άµεσες πληρωµές από τον εθνικό µέσο όρο των πληρωµών της βασικής ενίσχυσης. Τα βοσκοτόπια βοηθούν στην προστασία της βιοποικιλότητας και στον µετριασµό της κλιµατικής αλλαγής. Η υποστήριξη θα πρέπει να είναι λιγότερο γραφειοκρατική, για παράδειγµα, όταν, για λόγους βιοποικιλότητας, ορισµένα φυτά συνυπάρχουν στο λιβάδι.
Αναδιανεµητική ενίσχυση: Για να εξασφαλιστεί µια πιο δίκαιη κατανοµή των κεφαλαίων της ΚΑΠ, η Επιτροπή Γεωργίας έχει περιοριστεί σε δύο µέσα: τη µείωση των πληρωµών (εφεξής «ανώτατο όριο») και την αναδιανεµητική πληρωµή. Τουλάχιστον το 5% των κονδυλίων άµεσων πληρωµών των κρατών µελών θα διατεθεί στην αναδιανεµητική πληρωµή. Πρέπει να εφαρµοστεί ανώτατο όριο για ένα ποσό που εισπράττεται άνω των 100.000 ευρώ το αγρόκτηµα, µετά την αφαίρεση των εξόδων για eco-schemes, ειδική ενίσχυση νέων αγροτών και 50% του κόστους εργασίας.
Εάν το 10% (δηλ. 5% περισσότερο από αυτό που είναι υποχρεωτικό) του εθνικού φακέλου χρησιµοποιείται ως αναδιανεµητική πληρωµή, ένα κράτος µέλος µπορεί να αποφασίσει κατά του περιορισµού των ενισχύσεων. Τα πλεονεκτήµατα της αναδιανεµητικής πληρωµής είναι ότι είναι µη γραφειοκρατική, είναι αδύνατη η παράκαµψη µέσω της νοµικής «δηµιουργικότητας», κατανοητή και ωφελεί τις µικρότερες εκµεταλλεύσεις.
Υποστηρίζουµε τη θέση της Επιτροπής Γεωργίας, αλλά µε αύξηση της ελάχιστης υποχρεωτικής αναδιανεµητικής πληρωµής στο 7% και στο 12% για να µην εφαρµοστεί ανώτατο όριο.
Μία απλή διαίρεση κάθε χρόνο η βασική ενίσχυση
Στο Καθεστώς Ενιαίας Στρεµµατικής Ενίσχυσης (µοντέλο που ακολουθεί µεταξύ άλλων η Κύπρος) το ύψος της ενίσχυσης ανά στρέµµα υπολογίζεται, σε ετήσια βάση, διαιρώντας την ετήσια συνολική χρηµατοδότηση, για το συγκεκριµένο καθεστώς, δια του συνολικού αριθµού των επιλέξιµων στρεµµάτων που δηλώθηκαν από όλους τους αγρότες. Έτσι, αν ληφθεί υπόψη ο τωρινός φάκελος των άµεσων ενισχύσεων της Ελλάδα, σήµερα όλοι οι αγρότες στη χώρα θα λάµβαναν 40 ευρώ το στρέµµα βασική ενίσχυση.
Συμβιβασμό αποκαλύπτει η Ευρωβουλή για τον ενεργό αγρότη
Σε κείμενο συμβιβασμού έχει καταλήξει η Ευρωβουλή για τον ορισμό του ενεργού αγρότη, τουλάχιστον σε «σκιώδες επίπεδο» όπως σημειώνει το Ευρωπαϊκό Λαϊκό Κόμμα, σημειώνοντας ότι θα προβλεφθεί να υπάρχει τουλάχιστον μία ελάχιστη γεωργική δραστηριότητα που πρέπει να αποδεικνύει ο αγρότης ώστε να λαμβάνει ενισχύσεις. Να σημειωθεί εδώ ότι παρόμοιος ορισμός ισχύει και στην τρέχουσα προγραμματική περίοδο, οπότε δεν αναμένεται κάποια θεαματική αλλαγή στον ορισμό, εκτός και αν επιλέξει διαφορετικά η χώρα μας στα στρατηγικά της κείμενα. Αναλυτικότερα το ΕΛΚ αναφέρει:
«Πρέπει να αποφύγουμε τη χρηματοδότηση επιχειρηματικών μοντέλων όπου ο αποδέκτης των επιδοτήσεων δεν έχει ιδιαίτερο σύνδεσμο με το αγρόκτημά του, εκτός από το γεγονός ότι λαμβάνει ενισχύσεις. Υποστηρίζουμε το κείμενο συμβιβασμού που επιτυγχάνεται σε σκιώδες επίπεδο που ζητά να προβλεφθεί τουλάχιστον μια ελάχιστη γεωργική δραστηριότητα. Προτρέπουμε τα κράτη μέλη, υπό την εποπτεία της Επιτροπής, να παρουσιάσουν έναν αρνητικό κατάλογο παραληπτών άμεσων πληρωμών που αποκλείονται από την παραλαβή των άμεσων πληρωμών. Επιπλέον, όταν μία εκμετάλλευση επωφελείται από τις πληρωμές της ΚΑΠ και αποτελεί μέρος μιας μεγαλύτερης δομής, κυρίως μη γεωργικής, αυτό πρέπει να είναι διαφανές.».